28.11.10

O Νοέμβρης των ταξιδιών

Ο Νοέμβρης αυτός ήταν γεμάτος πήγαιν'-έλα (όπως κι ένας άλλος, παλιότερος). Άλλα πιο σύντομα, άλλα πιο κουραστικά, άλλα πιο μακρινά, άλλα εσώτερα, κάποια σαν επιστροφή.

Τι κατάλαβα;

Ανάμεσα στο πριν και στο τότε εκείνου του Νοέμβρη των ταξιδιών και στο εδώ και το τώρα αυτού του Νοέμβρη των ταξιδιών παρεμβλήθηκε χρόνος. Χρόνος ικανός αποστάσεων και αλλαγών. 

*Αυτόν τον Νοέμβρη κατάφερα να ζήσω λίγο έξω απ' το χρόνο των ρολογιών. 

Στέκομαι σε ένα σημείο γης από το οποίο φεύγω κι επιστρέφω νομοτελειακά. Το μυαλό μου είναι γεμάτο από εικόνες νέες. Από εικόνες παλιές που τις ξαναβλέπεις με άλλα μάτια - και γι' αυτό νέες. Από μυρωδιές, από ήχους. Από συμπεράσματα για έναν εαυτό που ολισθαίνει κάθε στιγμή που περνάει και γίνεται παρελθόν. Από αμοντάριστο ακόμα υλικό που περιμένει να μορφοποιηθεί. Ως ιχθύες θα τηρήσω την σιωπή που μου αναλογεί μέχρι αυτή η έκρηξη που γίνεται μέσα μου να δω τι (μου) έχει αφήσει.

Ένα φαίνεται να διαγράφεται σίγουρο: ήμουν ένας κι είμαι ένας άλλος. Κι ένα φαίνεται να επιστρέφει μαζί μου νομοτελειακά: την εμπειρία μπορείς μόνο να την ζήσεις - και να την περιγράψεις σε χρόνο έτερο από αυτόν που την περιέκλεισε. 

Αν θες άκου κι αυτό αν δεν το έχεις ακούσει: tornado

25.10.10

her Sunday

Φοράει μια ριγέ κάλτσα - μαγισσέ - με μια μικρή τρύπα στο μεγάλο δάχτυλο που δε φαίνεται μέσα απ' τα παπούτσια. Φοράει και μια άλλη μονόχρωμη. Κανείς δε μπορεί να διακρίνει τις κάλτσες της κι ότι είναι αταίριαστες και φθαρμένες. Φοράει τη ζακέτα της. Τα γυαλιά ηλίου της. Φοράει τη θλίψη της την καλή, την Κυριακάτικη, φοράει πάντα τις συνήθειες όλης της εβδομάδας για να την προφυλάσσουν απ' το κρύο. Θέλει να κλάψει αλλά δεν το ξέρει. Κάτι κρατά σφιχτά ανάμεσα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Κανείς δεν το βλέπει. Κρατάει σφιχτά ανάμεσα στα δόντια την ανάσα της - λες και θα' ναι η τελευταία που θα πάρει. Ξέχασα να σας πω ότι είναι στο σπίτι της μέσα.


Κάποια στιγμή αυτό που κρατάει θα πέσει. Όχι επειδή το έριξε απλώς επειδή ίσως δεν άντεχε να το κρατά ή ίσως και λόγω βαρύτητας ή κατά λάθος ή κατά τύχη. Θα το κοιτάξει και θα πει: "Κορόνα". Το κρατάει όμως καιρό και δεν θα θυμάται τι ήταν στο "κορόνα" και τι στο "γράμματα". 

Έπειτα θα βγάλει τις συνήθειες και τα ρούχα της και τη θλίψη της και τα γυαλιά για τον ήλιο και τα παπούτσια και τις κάλτσες τις αταίριαστες που είναι η μία ριγέ κι άλλη μονόχρωμη. Δεν ξέρω αν θα βγει ή αν θα μείνει μέσα. Εκείνη νομίζω ότι θέλει να προχωρήσει κι ας μην της έχει μείνει τίποτα πια από τα γνωστά. "Με μια ανάσα και γυμνοί ερχόμαστε κι έτσι τα φέρνει να συνεχίζουμε", αυτό έλεγε συχνά. Πιστεύω ότι θα βγεί. Ίσως ξυπόλητη. Έτοιμη ν' αντικρύσει τον ήλιο κατάματα κι ας δακρύσει. Αλλά δεν μπορώ να αποφασίσω εγώ για εκείνη. Εμένα δε μου ήταν ποτέ εύκολο ν' αποφασίζω. 

16.10.10

πορεία κι απορία

έχω μια απορία: 

Αν ας πούμε 2 άνθρωποι ξεκινήσουν να διανύσουν την ίδια διαδρομή, ο ένας από την μια της άκρη κι ο άλλος από την άλλη, είναι βέβαιο ότι θα συναντηθούν; Κι αν ναι, πως;

15.10.10

ab - sence

Μόλις τελειώσουν όλα αυτά τα τωρινά. 
Τότε θα μπορούμε να μιλήσουμε γι' αυτά.
Μέχρι τότε θα τα ζούμε
όσο μπορούμε.
Όπως μπορούμε.
Και μετά θα τα βάλουμε το ένα δίπλα στ' άλλο 
στη σειρά 
μπορεί να τ' αλλάξουμε και λίγο ή πολύ
κι έτσι πυκνά - πυκνά θα μοιάζουν με γράμματα στο χαρτί 
και θα ξεγελάσουμε πως συγγράφουμε 
εμάς κι εσάς
κι ίσως μετά και να γράψουμε μ' αρώματα
- είναι πιο δυνατές έτσι οι αναμνήσεις -
κι όχι οι συγκινήσεις.

(Δεν μ' αρέσει το πρώτο ενικό)

Το ξέρω πάει καιρός. 
Συγνώμη για την απουσία.

28.9.10

my new

Έχω έναν καινούριο φίλο. Δε μιλάει βέβαια, δεν είναι καν πρόσωπο. Όμως με έκανε να χαμογελάσω όταν το σύμπαν έμοιαζε να καταρρέει. Κι αυτό τον έκανε φίλο μου.

20.8.10

περί ανέμου

Ο άνεμος φυσάει. Ο άνεμος ξυπνάει. Ο άνεμος ρωτάει. 
Απάντηση δεν παίρνει. Προσπαθεί να σε ξεκουνήσει από κει που είσαι. Σε αναστατώνει λίγο μέσα σου, λίγο έξω σου - τα καλοβαλμένα σου αναδεύονται κάπως. Προσπαθεί καμιά φορά να σου αλλάξει κατεύθυνση και κάπως να σε επηρεάσει όπως σ' εκείνο το μύθο του Αισώπου. 

Ο άνεμος έχει υπομονή και γνώση. Τόσο που γύρισε ξέρει. Και έχει ξαναφτάσει εδώ πολλές φορές. Και θα ξαναφτάσει και παραπέρα και θα διανύσει τόσες αποστάσεις που να διακρίνει ποιό το τέλος και ποιά η αρχή δε θα μπορεί. 

Ο άνεμος θυμώνει. Ο άνεμος καταστρέφει. Ο άνεμος σωπαίνει. Μην προσπαθήσεις να τον καταλάβεις. Ο άνεμος συνέχεια αλλάζει. Αλλάζει κατευθύνσεις και διαθέσεις. Χάνεται και εμφανίζεται από εκεί που δεν τον περιμένεις. Εκεί που είναι μπροστά σου έρχεται δεξιά σου και εκεί που δεν τον νιώθεις σε σπρώχνει ξαφνικά απ' τα πλάγια. 

Περαστικός και διαβατάρης είναι. Ταξιδεύει και να φτάσει πουθενά δεν έχει. Τίποτα δεν κρατά και τίποτα δεν αφήνει. 

Ο άνεμος φυσάει - αυτό ξέρει να κάνει κι αυτό κάνει.

5.8.10

pensée

Ρομαντισμός είναι και το να πιστεύεις στους ανθρώπους ακόμη κι όταν σε διαψεύδουν κατ' εξακολούθηση ή χειρότερα καθ' έξη.

Όταν βλέπεις το καλό στους άλλους αυτό μπορεί να σε βάλει σε αφόρητους μπελάδες - κι αν δεν συγχωρείς εύκολα, σε ακόμη χειρότερους. Όπως και μπορεί να σε βγάλει μπροστά σε μυθικούς θησαυρούς.

Αυτό(ς) που για σένα είναι χαμένο(ς) μπορεί να είναι κάποιου άλλου η ανακάλυψη. 

Ο φόβος της μοναξίας συνήθως μας ωθεί στο να κάνουμε απίστευτα βλακώδη πράγματα.

Όταν αφήνεις πράγματα μισοτελειωμένα έχεις βέβαιες επισκέψεις ενοχών κι ανθρώπων για το μέλλον.

Όποιος πιστεύει πως δεν υπάρχουν διλήμματα μάλλον έχει ένα πολύ μεγάλο εγώ ή ένα πολύ μεγάλο ζευγάρι παρωπίδες. 

Ας μην συγχωρούμε για τους άλλους αλλά (για) εμάς. 

Και όπως λέει κι ένας αγαπημένος συγγραφέας, οι συμβουλές δεν ωφελούν κανέναν, ούτε αυτόν που τις δίνει ούτε αυτόν που τις δέχεται. (Κι αυτή ελπίζω να είναι και η δικαίωση αυτής της ανάρτησης.)

my summer part I

από τις διακοπές μαζί σου έφερα πίσω ένα κουτί, ξύλινο, ζωγραφιστό απ' έξω, που το πήραμε μαζί. Που δεν ξέρω αν θα βάλω κάτι μέσα του. Έφερα κι ένα καπέλο. Και κάτι παιχνίδια παιδικά να τους λέω τις έννοιες μου. Και αναμνήσεις φρέσκιες. Όλο φως.

28.7.10

συντεταγμένες

Έρχεται μια εποχή που όλα μοιάζουν άγνωστα - όχι δε μιλάω για το Αλτσχάιμερ. 

Είναι σα να διάβαζα ένα βιβλίο, να το τελείωσα όπως όλα τ' άλλα και να το έκλεισα. Μόνο που την ώρα που το έκλεισα ήταν και σαν σχεδόν όλες οι σελίδες του ν' άσπρισαν. Σα να σβήστηκαν άπειρα γράμματα στοιβαγμένα στη σειρά. Ε και τι έγινε; θα μου πεις. Πρόλαβες και το διάβασες.

Μια μικρή λεπτομέρεια. Αυτό το βιβλίο περιείχε όλα όσα χρησιμοποιούσα για να προσδιορίσω τον εαυτό μου. 
Είχε τις μουσικές μου που τις συνέδεα με κάποια απόχρωση μιας κάποιας αίσθησης, ενός χρώματος, μιας στιγμής που...
Είχε καταλόγους με τα βιβλία που αγάπησα και που τις φράσεις τους χρησιμοποιούσα συχνά σαν μικρά αποστάγματα σοφίας ή σαν απαντήσεις στα ερωτήματά μου, στα ερωτήματά σου. Είχε όλα αυτά που έκαναν τη ζωή μου λιγάκι καλύτερη - τα προσωπικά μου ρεμέδια. Και ξαφνικά τίποτα δεν είναι γνώριμο. Καμία μουσική δε μου κάνει κέφι ν' ακούσω. Τίποτα ενδιαφέρον στη βιβλιοθήκη. Οι αγαπημένες μυρωδιές -που ταξιδεύουν πιο γρήγορα κι από καπέλο καμιά φορά- με πάνε σ' έναν τόπο που αν και γνώριμο δεν με συγκινεί σχεδόν καθόλου πια. 

Τίποτα δεν είναι ίδιο και τίποτα δεν είναι εγώ - κυρίως. Και ναι, είναι τρομακτικό να μην ανήκεις κάπου. Να μην μπορείς ν' αντλήσεις εαυτό, να μην έχεις σημείο αναφοράς. Είναι σα να χάθηκε κάποιος, κάπου, κάποτε αλλά δεν ξέρουμε λεπτομέρειες γιατί ακόμη κι αυτή η εξαφάνιση είναι απροσδιόριστη. Κανείς δεν πρόσεξε πότε ακριβώς έγινε.
Πιάνω τον εαυτό μου να με ρωτάει: Τώρα; Τώρα που η ενατένιση στο πρόσφατο ή απώτερο παρελθόν δεν σου δίνει καμία αίσθηση ταυτότητας; Τώρα που αισθάνεσαι λίγο-πολύ-περισσότερο χαμένος; Τι θα κάνεις τώρα;

Δεν ξέρω.
Αλλά ξέρεις τι... καμιά φορά αισθάνομαι ότι μπαίνω σ' άλλους κόσμους. Άλλοτε ξεναγούμαι μεγαλοπρεπώς κι άλλοτε όχι. Και τυχαίνει να βλέπω πολλά, πάμπολλα πράγματα. Κι όταν γνωρίζω κάτι νέο που με κινεί, με συγκινεί και με συναρπάζει είναι σαν εκείνη τη στιγμή μερικές από εκείνες τις σβησμένες σελίδες ν' αποκτούν λέξεις ξανά. Και σ' εκείνες τις σβησμένες σελίδες γράφονται τα νέα με τα παλιά μαζί.
Κι είμαι σχεδόν σίγουρος ότι αν ποτέ χρειαστεί να ανακαλέσω κάτι από εκείνα τα γραμμένα σ' εκείνες τις σελίδες θα το θυμηθώ.

Ίσως κι αυτή η λησμονιά να χρειάζεται για να μάθει κανείς τα... καινούρια.

27.7.10

(un)known

Κοίταζε εκείνο το πρόσωπο ξανά και ξανά. Υπήρχε κάτι που του θύμιζε έντονα. Οι γωνίες του. Οι χαρακιές του. Ο τρόπος που το φως έπεφτε πάνω του. Η μουσική της κίνησης του. Δεν άντεξε και ρώτησε αν γνωριζόντουσαν.
"Κοίτα καλύτερα" του απάντησε και χαμογέλασε.
Κυριευμένος από την αμηχανία πια δεν μπόρεσε να δεί τίποτα παραπάνω.
"Στο είχα πεί, μην τρομάξεις αν δεν με γνωρίσεις". Και γέλασε. "Είσαι τυχερός", συνέχισε. "Έχεις την τύχη να γνωρίσεις έναν άνθρωπο που μέχρι τώρα αγνοούσες. Μην τον κατατάξεις στα ήδη γνωστά. Κι όταν αγαπάς αυτό που βλέπεις κι όχι αυτό που ήξερες τότε μόνο μπορείς να πείς ότι αγαπάς." Και χαμογέλασε ξανά.