28.10.11

το παρελθόν (σου χτυπάει την πόρτα)

Ήταν βράδυ. Αργά πολύ. Άκουσε χτύπους στην πόρτα. Ανησύχησε λίγο, μάζεψε λίγο θάρρος και έφτασε ως την εξώπορτα. Κοίταξε απ' το μάτι δεν φαινόταν κανείς. Άνοιξε δειλά και είδε ένα κουτί μ' έναν φιόγκο. Καθώς το σήκωσε είδε ότι στην κάρτα έγραφε: "το παρελθόν σου".

Δεν μπορούσε να διακρίνει αν ήταν κάποιου είδους αστείο ή κάτι το μεταφυσικό. Το έστησε μέσα στο σαλόνι και το κοίταζε. Σε άλλη περίπτωση θα το είχε ανοίξει αμέσως. Όχι απόψε που ήταν δειλός και γεμάτος μεταμέλεια. 

Έπεσε για ύπνο. Μόνο που ήταν αδύνατο να κοιμηθεί με "το παρελθόν του" παρόν, στο σαλόνι του και τυλιγμένο μ' έναν φιόγκο. 
Το άνοιξε. 

Θα ήθελε πολύ εκείνο το κουτί να ήταν άδειο και να τον ρούφαγε μέσα του και σαν άλλη Αλίκη σε κάποια χώρα των Θαυμάτων να βρισκόταν. Όμως όχι. Το κουτί περιείχε ένα μικρό μπουκαλάκι. Και πάνω ένα σημείωμα: "για την καρδιά - όταν κρυώνει". 
Το άνοιξε και μια μυρωδιά ξεχύθηκε σ' όλο το χώρο - πως χώρεσε τόση ζωή σ' ένα μπουκαλάκι, αναρωτήθηκε. 

Κανένα τζίνι δεν βγήκε, το άρωμα δεν έγινε άνθρωπος, δεν μίκρυνε ούτε μεγάλωσε, τίποτα τέτοιο. Η καρδιά του όμως μαλάκωσε λίγο στη θύμηση αυτής της ζωής που άφησε πίσω του. Αυτής της ζωής που κάποτε έμοιαζε και μπορεί και να ήταν αληθινή. 

Ψέμματα. Δεν ήταν αληθινή εκείνη η ζωή. Και το ήξερε. Κι αυτός κι ο αποστολέας του παράξενου αυτού πακέτου. Αυτό που ήταν ζωντανό ήταν η εκκρεμότητα εκείνη που είχε αφήσει πίσω του. Η εκκρεμότητα  που ήρθε να του χτυπήσει την πόρτα και να του θυμίσει ότι είναι ζωντανός κι ότι έπρεπε να ζήσει λίγο, μόνο λίγο, πριν πεθάνει. Πριν γίνει κι εκείνος ανάμνηση. Αλλά όλα αυτά επέλεξε να μην τα σκεφτεί, να μην τ' ακούσουμε κι εμείς. Κι ας ήξερε πως ήταν αυτή η αλήθεια.