27.12.10

fridge magnet

Έφτιαξε μια λίστα και την κόλλησε στο ψυγείο. Δίπλα στη λίστα του supermarket. Ήταν κάποια από αυτά που θα 'θελε να θυμάται. Κι αν τύχαινε κανείς να ανοίξει την πόρτα του ψυγείου μπορεί να διάβαζε στα κλεφτά καμία κι ίσως έτσι τον γνώριζε καλύτερα. Κι ίσως έτσι κάτι μικρό κάπου μέσα ν' άλλαζε.   

Χρωστάμε στα πράγματα που ξεκινάμε ένα τέλος όπως χρωστάμε στις προτάσεις μια τελεία. 

Ωφείλουμε στον εαυτό μας αγάπη και ευγνωμοσύνη. Και να τον πάμε εκεί που θέλει να πάει, όπου κι αν είναι αυτό.

Το να εκτεθείς σημαίνει να ρισκάρεις. Να γίνεις ευάλωτος. Να ξεπεράσεις το φόβο του πόνου (του πόνου που κάποτε έζησες και φοβάσαι ότι θα ξαναζήσεις). 

Αν αρχίσεις να δρας δεν έχεις χρόνο για δεύτερες σκέψεις.  

Είναι συγκινητικό να βλέπεις κάτι ή κάποιον ν' ανθίζει.

Δεν έχεις ν' αποδείξεις κάτι σε κάποιον. Ούτε σε σένα.

Μη φοβάσαι το λάθος. Το δικαιούσαι.

Να τολμάς. 

Να μη φοβάσαι τους ανθρώπους.

Η γνώμη των άλλων έχει την αξία που της δίνεις.

Το ότι δεν συμβαίνει κάτι δεν είναι τιμωρία από κανέναν. 

Η επιβεβαίωση είναι πάντα κάτι που γίνεται από μέσα προς τα έξω. Ποτέ το αντίστροφο.

Να αγαπάς και ν' αφήνεις τους άλλους να σ' αγαπούν.

Να μην το βάζεις στα πόδια.

Δεν υπάρχει ποτέ μια όψη. Δεν υπάρχουν αδιέξοδα. 

Προσπάθησε να μην κάνεις τα ίδια λάθη. 

Να μην απολογείσαι γι' αυτό που είσαι. Να μην λυπάσαι τον εαυτό σου. 

Λάβε τα μέτρα που θεωρείς αναγκαία. 

Να εφευρίσκεις λύσεις. 

Να συγχωρείς τον εαυτό σου. Να μην τον τιμωρείς. 

Να είσαι ανοιχτός και μετά να επιλέγεις. 

Να δίνεις δεύτερες ευκαιρίες. 

Να μη φοβάσαι να πείς αυτό που σκέφτεσαι. 

Να μη σε νοιάζει πάντα το γιατί.

23.12.10

Ministry of Time

Αγαπητέ / Αγαπητή ... , 

όπως ίσως θα έχεις ακούσει, ο χρόνος πραγματικά δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο μια απειροελάχιστη κίνηση από την μια στην άλλη στιγμή. Κι έτσι κάτι γλιστράει προς τα πίσω και κάτι ξεφεύγει προς τα μπρός, οι δύναμεις τους είναι ίσες κι έτσι εσύ μένεις στο παρόν. Σαν ακίνητος. 

Έμεις όμως βρήκαμε έναν τρόπο για σένα να μετράς αυτά που έφυγαν προς τα πίσω και σχηματίζουν ένα συνεχώς αυξανόμενο βουναλάκι. Και για να σε διευκολύνουμε σου δώσαμε την επιλογή να μπορείς να τα σκαλίζεις και να τα ψαχουλεύεις. Έτσι θα τα βρείς τοποθετημένα τα όσα έζησες σε ενότητες των 365 ημερών και κάποια σε ενότητες των 366, κοινώς ανά έτος. Αν επιθυμείς περαιτέρω διαχωρισμό σε μικρότερες ενότητες (όπως μήνες, μέρες, ώρες, στιγμές) σου δίνεται η δυνατότητα να τον κάνεις μόνος σου.  Κατά τη χρήση της υπηρεσίας κάποια τμήματα του αρχείου μας μπορεί να μην είναι εύκολα 'ή εξ ολοκλήρου προσβάσιμα καθώς και να μην εμφανίζονται στις αναζητήσεις σου.

Να σε ενημερώσουμε επίσης ότι έχεις την επιλογή  να βάλεις ξέχωρα από τα υπόλοιπα κάποια πράγματα που θέλεις να βρίσκεις πιο εύκολα (βλ. Μενού Αγαπημένα). Δυστυχώς δεν μπορείς να πετάξεις τίποτα από όλα αυτά, αλλά μην ανησυχείς η υπηρεσία μας παρέχει άπλετο χώρο. Φυσικά σου δίνουμε την επιλογή κάποια να μπορείς τα "ανακυκλώσεις", κοινώς να τα μετουσιώσεις σε κάτι χρήσιμο. Ακόμη κάποια μπορείς να τα κλείσεις σε αποθήκες και να προσπαθήσεις να τα ξεχάσεις - εμείς δεν σου εγγυώμαστε την επιτυχία αυτού του εγχειρήματος. 

Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη διαχείριση των ετών και του χρόνου διάβασε το παράρτημα "Προσωπική Εργασία".

Η υπηρεσία μας επίσης κρατάει αρχείο με όλα αυτά που έχεις πεί ότι θ' αλλάξεις κατά καιρούς. Σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής σου. Επίσης παρέχουμε ένα back up αρχείο με τις ετήσιες δεσμεύσεις, αλλιώς γνωστές ως "new year resolutions", της τελευταίας δεκαετίας. Καθώς λοιπόν πλησιάζει το τέλος αυτού του χρόνου μπορείς σε αυτό το αρχείο να δημιουργήσεις υποκατηγορία για το 2011. Το αρχείο θα το βρείς στο μενού "Δεσμεύομαι". Η υπηρεσία μας φυσικά είναι πολύ διακριτική και για λόγους ασφαλείας, πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία παρέχεται μόνο σ' εσένα.
Να σου υπενθυμίσουμε τέλος ότι δεν χρειάζεται κάποια ενεργοποίηση της υπηρεσίας και παρέχεται χωρίς κάποιο επιπρόσθετο κόστος. Επίσης ότι σε περίπτωση που είτε λόγω δικής σου  κακής χρήσης και ευθύνης, είτε χάρη σε αστάθμητους παράγοντες (ασθένειες, κλπ) διαγραφούν ή χαθούν ολικά ή μερικά τα δεδομένα η υπηρεσία μας δεν φέρει καμία απολύτως ευθύνη.

Σου ευχόμαστε να δημιουργήσεις άφοβα ένα μεγάλο "βουναλάκι" με εμπειρίες για το έτος 2011 και είμαστε στη διάθεση σου όλο το 24ωρο, κάθε μέρα της εβδομάδας.

Φιλικά, 

Υπηρεσία Αρχειοθέτησης & Απολογισμού
Τμήμα Προσωπικής Μνήμης
Υπουργείο του Χρόνου

17.12.10

gift

Ήταν σαν κάποιος να έκοβε δρόμο ανάμεσα σε άπειρους κισσούς και κλαδιά κι αγριόχορτα και να ξέφευγε από τις παγίδες και τα αδιέξοδα μικρά κι ανέλπιδα δρομάκια. 

Κι έπειτα όταν τελείωσε το ταξίδι αυτό ήταν σαν να σου επιστρεφόταν κάτι που σου είχαν κλέψει τόσο παλιά που δεν θυμόσουν καν ότι κάποτε σου ανήκε. 

Καμιά φορά όμως μένουν και μερικές απορίες 

όπως


τι γίνεται μετά;
τι γίνονται τα δάκρυα σαν μεγαλώσουν; 
τι γίνεται όλη αυτή η ζωή;

28.11.10

O Νοέμβρης των ταξιδιών

Ο Νοέμβρης αυτός ήταν γεμάτος πήγαιν'-έλα (όπως κι ένας άλλος, παλιότερος). Άλλα πιο σύντομα, άλλα πιο κουραστικά, άλλα πιο μακρινά, άλλα εσώτερα, κάποια σαν επιστροφή.

Τι κατάλαβα;

Ανάμεσα στο πριν και στο τότε εκείνου του Νοέμβρη των ταξιδιών και στο εδώ και το τώρα αυτού του Νοέμβρη των ταξιδιών παρεμβλήθηκε χρόνος. Χρόνος ικανός αποστάσεων και αλλαγών. 

*Αυτόν τον Νοέμβρη κατάφερα να ζήσω λίγο έξω απ' το χρόνο των ρολογιών. 

Στέκομαι σε ένα σημείο γης από το οποίο φεύγω κι επιστρέφω νομοτελειακά. Το μυαλό μου είναι γεμάτο από εικόνες νέες. Από εικόνες παλιές που τις ξαναβλέπεις με άλλα μάτια - και γι' αυτό νέες. Από μυρωδιές, από ήχους. Από συμπεράσματα για έναν εαυτό που ολισθαίνει κάθε στιγμή που περνάει και γίνεται παρελθόν. Από αμοντάριστο ακόμα υλικό που περιμένει να μορφοποιηθεί. Ως ιχθύες θα τηρήσω την σιωπή που μου αναλογεί μέχρι αυτή η έκρηξη που γίνεται μέσα μου να δω τι (μου) έχει αφήσει.

Ένα φαίνεται να διαγράφεται σίγουρο: ήμουν ένας κι είμαι ένας άλλος. Κι ένα φαίνεται να επιστρέφει μαζί μου νομοτελειακά: την εμπειρία μπορείς μόνο να την ζήσεις - και να την περιγράψεις σε χρόνο έτερο από αυτόν που την περιέκλεισε. 

Αν θες άκου κι αυτό αν δεν το έχεις ακούσει: tornado

25.10.10

her Sunday

Φοράει μια ριγέ κάλτσα - μαγισσέ - με μια μικρή τρύπα στο μεγάλο δάχτυλο που δε φαίνεται μέσα απ' τα παπούτσια. Φοράει και μια άλλη μονόχρωμη. Κανείς δε μπορεί να διακρίνει τις κάλτσες της κι ότι είναι αταίριαστες και φθαρμένες. Φοράει τη ζακέτα της. Τα γυαλιά ηλίου της. Φοράει τη θλίψη της την καλή, την Κυριακάτικη, φοράει πάντα τις συνήθειες όλης της εβδομάδας για να την προφυλάσσουν απ' το κρύο. Θέλει να κλάψει αλλά δεν το ξέρει. Κάτι κρατά σφιχτά ανάμεσα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Κανείς δεν το βλέπει. Κρατάει σφιχτά ανάμεσα στα δόντια την ανάσα της - λες και θα' ναι η τελευταία που θα πάρει. Ξέχασα να σας πω ότι είναι στο σπίτι της μέσα.


Κάποια στιγμή αυτό που κρατάει θα πέσει. Όχι επειδή το έριξε απλώς επειδή ίσως δεν άντεχε να το κρατά ή ίσως και λόγω βαρύτητας ή κατά λάθος ή κατά τύχη. Θα το κοιτάξει και θα πει: "Κορόνα". Το κρατάει όμως καιρό και δεν θα θυμάται τι ήταν στο "κορόνα" και τι στο "γράμματα". 

Έπειτα θα βγάλει τις συνήθειες και τα ρούχα της και τη θλίψη της και τα γυαλιά για τον ήλιο και τα παπούτσια και τις κάλτσες τις αταίριαστες που είναι η μία ριγέ κι άλλη μονόχρωμη. Δεν ξέρω αν θα βγει ή αν θα μείνει μέσα. Εκείνη νομίζω ότι θέλει να προχωρήσει κι ας μην της έχει μείνει τίποτα πια από τα γνωστά. "Με μια ανάσα και γυμνοί ερχόμαστε κι έτσι τα φέρνει να συνεχίζουμε", αυτό έλεγε συχνά. Πιστεύω ότι θα βγεί. Ίσως ξυπόλητη. Έτοιμη ν' αντικρύσει τον ήλιο κατάματα κι ας δακρύσει. Αλλά δεν μπορώ να αποφασίσω εγώ για εκείνη. Εμένα δε μου ήταν ποτέ εύκολο ν' αποφασίζω. 

16.10.10

πορεία κι απορία

έχω μια απορία: 

Αν ας πούμε 2 άνθρωποι ξεκινήσουν να διανύσουν την ίδια διαδρομή, ο ένας από την μια της άκρη κι ο άλλος από την άλλη, είναι βέβαιο ότι θα συναντηθούν; Κι αν ναι, πως;

15.10.10

ab - sence

Μόλις τελειώσουν όλα αυτά τα τωρινά. 
Τότε θα μπορούμε να μιλήσουμε γι' αυτά.
Μέχρι τότε θα τα ζούμε
όσο μπορούμε.
Όπως μπορούμε.
Και μετά θα τα βάλουμε το ένα δίπλα στ' άλλο 
στη σειρά 
μπορεί να τ' αλλάξουμε και λίγο ή πολύ
κι έτσι πυκνά - πυκνά θα μοιάζουν με γράμματα στο χαρτί 
και θα ξεγελάσουμε πως συγγράφουμε 
εμάς κι εσάς
κι ίσως μετά και να γράψουμε μ' αρώματα
- είναι πιο δυνατές έτσι οι αναμνήσεις -
κι όχι οι συγκινήσεις.

(Δεν μ' αρέσει το πρώτο ενικό)

Το ξέρω πάει καιρός. 
Συγνώμη για την απουσία.

28.9.10

my new

Έχω έναν καινούριο φίλο. Δε μιλάει βέβαια, δεν είναι καν πρόσωπο. Όμως με έκανε να χαμογελάσω όταν το σύμπαν έμοιαζε να καταρρέει. Κι αυτό τον έκανε φίλο μου.

20.8.10

περί ανέμου

Ο άνεμος φυσάει. Ο άνεμος ξυπνάει. Ο άνεμος ρωτάει. 
Απάντηση δεν παίρνει. Προσπαθεί να σε ξεκουνήσει από κει που είσαι. Σε αναστατώνει λίγο μέσα σου, λίγο έξω σου - τα καλοβαλμένα σου αναδεύονται κάπως. Προσπαθεί καμιά φορά να σου αλλάξει κατεύθυνση και κάπως να σε επηρεάσει όπως σ' εκείνο το μύθο του Αισώπου. 

Ο άνεμος έχει υπομονή και γνώση. Τόσο που γύρισε ξέρει. Και έχει ξαναφτάσει εδώ πολλές φορές. Και θα ξαναφτάσει και παραπέρα και θα διανύσει τόσες αποστάσεις που να διακρίνει ποιό το τέλος και ποιά η αρχή δε θα μπορεί. 

Ο άνεμος θυμώνει. Ο άνεμος καταστρέφει. Ο άνεμος σωπαίνει. Μην προσπαθήσεις να τον καταλάβεις. Ο άνεμος συνέχεια αλλάζει. Αλλάζει κατευθύνσεις και διαθέσεις. Χάνεται και εμφανίζεται από εκεί που δεν τον περιμένεις. Εκεί που είναι μπροστά σου έρχεται δεξιά σου και εκεί που δεν τον νιώθεις σε σπρώχνει ξαφνικά απ' τα πλάγια. 

Περαστικός και διαβατάρης είναι. Ταξιδεύει και να φτάσει πουθενά δεν έχει. Τίποτα δεν κρατά και τίποτα δεν αφήνει. 

Ο άνεμος φυσάει - αυτό ξέρει να κάνει κι αυτό κάνει.

5.8.10

pensée

Ρομαντισμός είναι και το να πιστεύεις στους ανθρώπους ακόμη κι όταν σε διαψεύδουν κατ' εξακολούθηση ή χειρότερα καθ' έξη.

Όταν βλέπεις το καλό στους άλλους αυτό μπορεί να σε βάλει σε αφόρητους μπελάδες - κι αν δεν συγχωρείς εύκολα, σε ακόμη χειρότερους. Όπως και μπορεί να σε βγάλει μπροστά σε μυθικούς θησαυρούς.

Αυτό(ς) που για σένα είναι χαμένο(ς) μπορεί να είναι κάποιου άλλου η ανακάλυψη. 

Ο φόβος της μοναξίας συνήθως μας ωθεί στο να κάνουμε απίστευτα βλακώδη πράγματα.

Όταν αφήνεις πράγματα μισοτελειωμένα έχεις βέβαιες επισκέψεις ενοχών κι ανθρώπων για το μέλλον.

Όποιος πιστεύει πως δεν υπάρχουν διλήμματα μάλλον έχει ένα πολύ μεγάλο εγώ ή ένα πολύ μεγάλο ζευγάρι παρωπίδες. 

Ας μην συγχωρούμε για τους άλλους αλλά (για) εμάς. 

Και όπως λέει κι ένας αγαπημένος συγγραφέας, οι συμβουλές δεν ωφελούν κανέναν, ούτε αυτόν που τις δίνει ούτε αυτόν που τις δέχεται. (Κι αυτή ελπίζω να είναι και η δικαίωση αυτής της ανάρτησης.)

my summer part I

από τις διακοπές μαζί σου έφερα πίσω ένα κουτί, ξύλινο, ζωγραφιστό απ' έξω, που το πήραμε μαζί. Που δεν ξέρω αν θα βάλω κάτι μέσα του. Έφερα κι ένα καπέλο. Και κάτι παιχνίδια παιδικά να τους λέω τις έννοιες μου. Και αναμνήσεις φρέσκιες. Όλο φως.

28.7.10

συντεταγμένες

Έρχεται μια εποχή που όλα μοιάζουν άγνωστα - όχι δε μιλάω για το Αλτσχάιμερ. 

Είναι σα να διάβαζα ένα βιβλίο, να το τελείωσα όπως όλα τ' άλλα και να το έκλεισα. Μόνο που την ώρα που το έκλεισα ήταν και σαν σχεδόν όλες οι σελίδες του ν' άσπρισαν. Σα να σβήστηκαν άπειρα γράμματα στοιβαγμένα στη σειρά. Ε και τι έγινε; θα μου πεις. Πρόλαβες και το διάβασες.

Μια μικρή λεπτομέρεια. Αυτό το βιβλίο περιείχε όλα όσα χρησιμοποιούσα για να προσδιορίσω τον εαυτό μου. 
Είχε τις μουσικές μου που τις συνέδεα με κάποια απόχρωση μιας κάποιας αίσθησης, ενός χρώματος, μιας στιγμής που...
Είχε καταλόγους με τα βιβλία που αγάπησα και που τις φράσεις τους χρησιμοποιούσα συχνά σαν μικρά αποστάγματα σοφίας ή σαν απαντήσεις στα ερωτήματά μου, στα ερωτήματά σου. Είχε όλα αυτά που έκαναν τη ζωή μου λιγάκι καλύτερη - τα προσωπικά μου ρεμέδια. Και ξαφνικά τίποτα δεν είναι γνώριμο. Καμία μουσική δε μου κάνει κέφι ν' ακούσω. Τίποτα ενδιαφέρον στη βιβλιοθήκη. Οι αγαπημένες μυρωδιές -που ταξιδεύουν πιο γρήγορα κι από καπέλο καμιά φορά- με πάνε σ' έναν τόπο που αν και γνώριμο δεν με συγκινεί σχεδόν καθόλου πια. 

Τίποτα δεν είναι ίδιο και τίποτα δεν είναι εγώ - κυρίως. Και ναι, είναι τρομακτικό να μην ανήκεις κάπου. Να μην μπορείς ν' αντλήσεις εαυτό, να μην έχεις σημείο αναφοράς. Είναι σα να χάθηκε κάποιος, κάπου, κάποτε αλλά δεν ξέρουμε λεπτομέρειες γιατί ακόμη κι αυτή η εξαφάνιση είναι απροσδιόριστη. Κανείς δεν πρόσεξε πότε ακριβώς έγινε.
Πιάνω τον εαυτό μου να με ρωτάει: Τώρα; Τώρα που η ενατένιση στο πρόσφατο ή απώτερο παρελθόν δεν σου δίνει καμία αίσθηση ταυτότητας; Τώρα που αισθάνεσαι λίγο-πολύ-περισσότερο χαμένος; Τι θα κάνεις τώρα;

Δεν ξέρω.
Αλλά ξέρεις τι... καμιά φορά αισθάνομαι ότι μπαίνω σ' άλλους κόσμους. Άλλοτε ξεναγούμαι μεγαλοπρεπώς κι άλλοτε όχι. Και τυχαίνει να βλέπω πολλά, πάμπολλα πράγματα. Κι όταν γνωρίζω κάτι νέο που με κινεί, με συγκινεί και με συναρπάζει είναι σαν εκείνη τη στιγμή μερικές από εκείνες τις σβησμένες σελίδες ν' αποκτούν λέξεις ξανά. Και σ' εκείνες τις σβησμένες σελίδες γράφονται τα νέα με τα παλιά μαζί.
Κι είμαι σχεδόν σίγουρος ότι αν ποτέ χρειαστεί να ανακαλέσω κάτι από εκείνα τα γραμμένα σ' εκείνες τις σελίδες θα το θυμηθώ.

Ίσως κι αυτή η λησμονιά να χρειάζεται για να μάθει κανείς τα... καινούρια.

27.7.10

(un)known

Κοίταζε εκείνο το πρόσωπο ξανά και ξανά. Υπήρχε κάτι που του θύμιζε έντονα. Οι γωνίες του. Οι χαρακιές του. Ο τρόπος που το φως έπεφτε πάνω του. Η μουσική της κίνησης του. Δεν άντεξε και ρώτησε αν γνωριζόντουσαν.
"Κοίτα καλύτερα" του απάντησε και χαμογέλασε.
Κυριευμένος από την αμηχανία πια δεν μπόρεσε να δεί τίποτα παραπάνω.
"Στο είχα πεί, μην τρομάξεις αν δεν με γνωρίσεις". Και γέλασε. "Είσαι τυχερός", συνέχισε. "Έχεις την τύχη να γνωρίσεις έναν άνθρωπο που μέχρι τώρα αγνοούσες. Μην τον κατατάξεις στα ήδη γνωστά. Κι όταν αγαπάς αυτό που βλέπεις κι όχι αυτό που ήξερες τότε μόνο μπορείς να πείς ότι αγαπάς." Και χαμογέλασε ξανά.

26.7.10

potential

Όταν στερεύουν οι λέξεις να περιμένεις να ξανάρθουν εκείνες σε σένα. Μέχρι τότε απόλαυσε την ευτυχία μιας σιωπής γεμάτης από ενδεχόμενα. 

(Κι είναι ευτυχία να μην έχεις κανέναν από τους γνωστούς σου τρόπους για να ξεφύγεις.)

21.7.10

windows

Θ' ανοίξω πάλι τα παράθυρα. Μη φανταστείς για να μπεί αέρας αλλά μήπως κι εμφανιστεί κάποιο ίχνος ζωντανού οργανισμού. Κάποια μυρωδιά ή κάποιο φύλλο πράσινο ή και ξερό ακόμη. 

Σ' αυτόν τον παντέρημο πλανήτη φυτρώνει η μεταμέλεια και σαν ζιζάνιο που είναι προσπαθώ να την εξοντώσω μα είναι βλέπεις η εποχή της και δυσκολεύομαι πολύ. Φυτρώνει επίσης και ένα είδος λύπης, "λύπη η προσωπική" είναι η πλήρης ονομασία της. Και κάτι μικρά λουλούδια που τα λέμε "ενθουσιασμοί " αλλά αυτά ζούνε μόνο μια μέρα - είναι μεγάλο το βάρος του εαυτού και του θεού μαζί βλέπεις. 

Θ' ανοίξω πάλι τα παράθυρα - μάταιος κόπος το ξέρω. Ούτε εκείνος ο χαρταετός πετάει πια, που ήταν καθαρός όσο η Δευτέρα Του, ούτε πουλιά αποδημητικά ή έστω ερημητικά.

Βέβαια αν έμαθα κάτι να συντηρώ είναι τις επιφυλάξεις μου. Τις διατηρώ σ' ένα βάζο μεγάλο γυάλινο από αυτά που κλείνουν αεροστεγώς και διαιωνίζουν το μάταιο.

Ν' ανοίξω πάλι τα παράθυρα; Καμιά φορά μπαίνουν κάτι λέξεις μέσα μεγάλες σαν έννοιες. Αλφαβητικά. Αγάπη και Βάσανα και Γηρατειά και Δύση και Ελευθερία και Ζητάω κι άλλες πολλές. Πλανέρημος. Αυτάρεσκη λέξη και λιγάκι δύσθυμη, αυτή ήρθε και μ' επισκέφτηκε πρόσφατα. Ήταν η σειρά του Π βλέπεις. Και τις φοβάμαι αυτές τις άγνωστες λέξεις μα και τις έννοιες. Δεν κάνουν καλή παρέα.

Ας κλείσω τα παράθυρα καλύτερα - ξημέρωσε και το πρωινό φως βλάπτει αν μη τι άλλο στα όνειρα. Κάνουν πανάδες.

15.7.10

μεταβάσεις

Μεταβαίνω θα πει να ξεκινάς από κάπου και να φτάνεις κάπου αλλού. Ορισμός εκτός λεξικού.

Κυκλοφορώ μόνο με τα μέσα. Μαζικής μεταφοράς. Κι όχι μόνο. Όχι έξω. Μέσα μου σα να προσπαθώ να φτάσω κάπου. 

Σήμερα με πήρε λίγο ο ύπνος στο λεωφορείο, λίγο πριν φτάσω. Δευτερόλεπτα ήταν. Ανάμεσα στα δευτερόλεπτα είδα εκείνο το αγόρι που έστειλε μια συλλογή ποιημάτων σ' έναν εκδότη ενώ ήταν ακόμη μαθητής με την ελπίδα και την πίστη ότι θα τα καταφέρει. 

Αναρωτήθηκα από που το ξεκίνησα και που το προορίζω. Φοβήθηκα μην κατέβηκε μόνο του σε καμιά στάση. Θυμήθηκα κι κείνο τον παιδικό εφιάλτη - τώρα που γράφω μ' επισκέφθηκε ξανά - που έμενα εγώ στο λεωφορείο και κατέβαινε η μητέρα μου με τον αδερφό μου. Τότε που ρίχναμε δραχμές σ' ένα πλαστικό κουτί με μια σχισμή κουμπαρά - ένα σχεδόν ό,τι προαιρείσθε αντί των εισιτηρίων. 

Σκέφτομαι. Και καμιά φορά είναι πρόβλημα. 

Σκέφτομαι ότι όλη μας η ζωή είναι μια μετάβαση. Από την αρχή στο τέλος της. Από τη μια μέρα στην άλλη. Από τη μια ανάσα στην επόμενη. 

Μεταβαίνει κανείς στην ενηλικίωση, στην συνειδητοποίηση, στην ελευθερία, στην χαρά αλλά και σε όλα τα υπόλοιπα. Τίνι τρόπω; Ο καθένας με τα δικά του μέσα και από το δικό του δρόμο.
Νομίζω κι ελπίζω ότι υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος για να συμβούν όλα τα πράγματα. Θέλει υπομονή και εμπιστοσύνη και να αφεθείς. Στη ζωή και στις μεταβάσεις της.
 

14.7.10

spiegel

Κοιτάζομαι στον καθρέφτη και δεν γνωρίζομαι. Δεν αναγνωρίζομαι. 
Που πήγα; Πηγαίνω πίσω και ξαναπλησιάζω. Ανοιγοκλείνω τα βλέφαρά μου βιαστικά. Κλείνω τα μάτια μου μετράω ως το εκατό, φτου και βγαίνω και δεν είμαι εκεί. 
Τι μου συνέβη; Σε ποιά γωνιά πιάστηκα και δεν μ' έχει αφήσει ακόμη να φύγω; 
Και ποιός είναι αυτός που με κοιτάζει και χαμογελάει αινιγματικά, σα να ξέρει κάτι που αγνοώ; Που να βρίσκομαι τώρα; 

Η πραγματική μου μέρα που έχει ανατείλει μέσα μου και δεν έχει δύσει ακόμη. Αυτήν ψάχνω ν' απεικονίσω. Να την δω.


- Μην εμπιστεύεσαι τις εικόνες και τα είδωλα, ειδικά τους καθρέφτες. Αυτοί μπορεί να σου κλέψουν την ψυχή.
 

13.7.10

post scriptum

"...μια φορά θα σου μιλήσω χωρίς λόγια και θα κλάψω χωρίς δάκρυα και θα γράψω χωρίς μελάνι. "
έτσι τελείωσε την επιστολή του - σε περίπτωση που αναρωτήθηκες.

12.7.10

a random walk


Ένα βράδυ έφτασε στις γραμμές του τραίνου και τις ακολούθησε. Περπατούσε ανάμεσα τους σα να χόρευε. Δεν θα του έκανε καμιά διαφορά αν τα τραίνα περνούσαν ή όχι. Δεν ήταν αυτοκτονικός, μόνο κάπου ήθελε να πάει. Δεν τον ένοιαζε που μπορεί έτσι μέσα στα σκοτάδια της διαδρομής να τρόμαζε κανέναν.
Καμιά φορά έπιανε τον εαυτό του να σφίγγει τη δεξιά του γροθιά. Ασυναίσθητα. Κι έπειτα τη χαλάρωνε. Και κάποτε την ξαναέσφιγγε. Ούτε ο ίδιος ήξερε γιατί. Ήταν μάλλον σα να προσπαθούσε να κρατήσει κάτι.

Έπιασε στην τσέπη του ένα χαρτί. Τσαλακωμένο. Ένα γράμμα αδιάβαστο κουβαλούσε. Αδιάβαστο και άγραφο.
Είναι φορές που θέλουμε κάτι να πούμε και δεν τα καταφέρνουμε, σκέφτηκε κι έκανε μια μικρή στάση. Σηκώθηκε μετά από λίγο και συνέχισε να περπατάει.

Ένα πρωινό πέρασε κάποια σύνορα. Έτσι του φάνηκε.
Από μακριά ακουγόταν ο ήχος του πρώτου τραίνου της μέρας. Χαμογέλασε κι ευχήθηκε να είχε κάποιον να μοιραστεί εκείνο το παράξενο πρωινό. Σκέφτηκε πως αυτό θα ήταν μια ωραία έναρξη για  μια κάποια επιστολή: "Από μακριά διακρίνω τον ήχο του τραίνου"... 
σταμάτησε να περπατάει κι άρχισε να γράφει.


Είναι φορές που κάτι θέλουμε να πούμε. Και μετά ψάχνουμε και σε ποιόν να το πούμε... 


29.6.10

wishful dreaming

Το μόνο που θέλησα ποτέ ήταν να 'μαι ελεύθερος. 

Και θέλησα να είναι και οι άλλοι.

Ελεύθεροι. 

Κι έτσι να συναντιόμαστε. 


Πάντα μου είχα μεγάλα όνειρα.

26.6.10

good news

"Θα μπορούσα να είμαι για σένα ένας άθρησκος Ευαγγελισμός;" αναρωτήθηκε. 

Κι έτσι βούτηξε στη ζωή του. Μια σταλιά πράμα. Μικρό κι ανήμπορο. Περιμένει από εκείνον.

Στην αγκαλιά του κοιμάται κι αναπνέει έντονα σα να το πονάει ακόμη εκείνος ο αέρας που κάνει τους περισσότερους από μας να κλάψουν μ' αυτή την πρώτη γερή ρουφηξιά ζωής - και καμιά φορά και με τις υπόλοιπες. Η καρδούλα του χτυπάει πάνω στην καρδιά του. Και τα μάτια του είναι αθώα ακόμη από άσχημες εικόνες. Καθαρά από τη βρωμιά. Βέβαια τα ξεπλένουν ακόμη εκείνα τα άδολα και αναγκαστικά δάκρυα επικοινωνίας και κάτι χαμόγελα εφτάστερα.

Μια μέρα που δεν θα το κουβαλάει πια στην αγκαλιά του μα ούτε και σε κάποιο καροτσάκι κι ούτε το μικρό του χέρι θα του σφίγγει το δικό του, τότε που θα προσπαθεί να πιάσει λίγο χώρο και να καλλιεργήσει ένα μικρό κομμάτι ζωής θα θελήσει να πεί ένα

ευχαριστώ

που με κράτησες όταν έκλαιγα και πεινούσα και φοβόμουν το σκοτάδι και που ερχόσουν στο κρεβάτι μου τις νύχτες και μου έλυνες τις απορίες και μου έμαθες τι είναι ζωή και τι είναι θάνατος και τι έρωτας και πότε ανθίζουν οι μυγδαλιές και να μην περνάω με κόκκινο και που με φόρτωσες και μ' όλα τα άγχη σου και τους φόβους σου και τα όνειρα σου και τη ζωή σου και την χαρά σου και τα νεύρα σου και τη συμπόνοια σου και τη γενναιοδωρία σου και για τη ζωή που μοιραστήκαμε και μοιραζόμαστε μαζί.

...

"Αν βουτήξεις στη ζωή θα μάθεις το μαζί. Κι αυτό δε μπορεί να στο βουτήξει κανείς" είπε. 

20.6.10

ξανά

Σήμερα πατάω το replay συνέχεια. Θέλω να παίζει αυτό το τραγούδι που μου κόλλησε τυχαία. Δε θα σου πω ποιό είναι, όχι γιατί δεν θέλω να το μοιραστώ αλλά να, είναι το δικό μου κόλλημα.
Δεν θέλω να γράψω. Όχι πολύ. Με τρώει βέβαια η παλάμη μου να ξύσω κανά μολύβι, να γράψω καμιά λέξη.

Μου 'φυγαν δυο -τρία καλά πρόσωπα σήμερα. Με προσπέρασαν στον δρόμο. Μαζί τους πήραν και τις ιδέες που κουβαλούσαν. Να θυμηθώ να ξανακουβαλάω μπλοκάκι, η τεχνολογία δεν είναι για παντού. Άμα είσα γραφιάς θες και τα σύνεργα.

Σήμερα χώρισαν και δυο άνθρωποι που αγαπώ. Λυπήθηκα μαζί τους. Και με τους δύο. Σκέφτηκα να τους φτιάξω ένα happy end να το'χουν κάπου στην βιβλιοθήκη τους, στην παρακαταθήκη τους. Λες;

Ένα ακόμη replay. Στο κομμάτι. 

Στη ζωή δεν έχει. 

14.6.10

υπέρβαση

Την υπέρβαση δεν στην έμαθε κανείς. Λογικό. Κι αναμενόμενο. Μπορεί κάποια στιγμή να την έκανες αλλά μάλλον δεν ήξερες τι είναι αυτό που έκανες κι ίσως να μην είχες και την ορολογία διαθέσιμη για ν' ανατρέξεις στις πράξεις σου. Κι έτσι ακόμη και τώρα να την αγνοείς.

Δεν με πειράζει να μην την έχεις κάνει, γιατί πρώτα - πρώτα το κάθε τι σ' αυτό το σύμπαν δικαιούται να υπακούει στη δική του νομοτέλεια και να έχει τους χρόνους του. Τον χρόνο που θα συμβεί και που θα καταργηθεί ενδεχομένως. Ούτε με ενοχλεί και να αγνοείς την ύπαρξη της. Κι έπειτα ποιός είμαι εγώ που θα σε κρίνω και θα σου πω τι με πειράζει.

Όμως δεν το μπορώ να νομίζεις ότι την έχεις κάνει τη ρημάδα την υπέρβαση. Και σαν πρόσθετα υπερβαίνων να χρίζεσαι και να παρουσιάζεσαι σπουδαίος. Σε γελάσανε ή μάλλον γελάστηκες. Με πειράζει αυτό. Μη νομίζεις, κι εγώ από το ίδιο υλικό είμαι φτιαγμένος.

Μου αρκεί - προς το παρόν - να θες να υπερβείς - και όχι να υπερβάλλεις. Να υπερβείς τι, θα με ρωτήσεις τώρα. Αυτό όμως το ξέρεις εσύ. Και πάντα το ξέρεις ακόμη κι όταν είναι άρρητο. Κι όταν το έχεις παρατηρήσει έχεις διανύσει ήδη τη μισή διαδρομή. Και το να φτάσεις στο τέρμα βαραίνει εσένα απόλυτα. Είναι μια ευθύνη όλη δική σου. Δωράκι.

Δικαιούσαι πάντα να βουλιάζεις όσο θες εσύ στα βαλτοτόπια της συνήθειας σου. Σ' αυτή την περίπτωση όμως, εμένα, κάνε μου τη χάρη κι άσε με απέξω. Έχω τα δικά μου εγγειοβελτιωτικά έργα να αποπερατώσω. Κι όταν τα τελειώσω δικαιούμαι να περιμένω, 
- όχι να περιμένω -
να ελπίζω 
- ούτε να ελπίζω -

να εύχομαι ότι θα συναντηθούμε, ότι θα υπερβούμε. 

Κι ίσως τότε να αξιώνω να υπερβείς.

Κι ίσως τότε να 'χω ετοιμάσει έναν λειμώνα. 

Κι ίσως κι εσύ να 'σαι ολάνθιστος.

Κι όλες αυτές οι παράξενες λέξεις όπως "υπέρβαση, αποπεράτωση, εγγειοβελτιωτικός, λειμώνας, εγώ, εσύ" να μην έχουν καμιά αξία και σημασία. 

Κι ίσως η συνάντηση αυτή να είναι

Η 

υπέρβαση.

Κάποτε μπορεί και να βρεθούμε. 

Πραγματικά. 

Υπερβατικά.

9.6.10

μέμνησο εαυτού τε και αλλήλων

"Να σου χαρίσω.
Να θυμηθώ να σου χαρίσω.
Άφεση και χάρη και σιωπή. "

3.6.10

agno(u)s

ονειρεύομαι ακόμη έναν κόσμο. αλλιώτικο.

Άγνοια. Έπασχε από άγνοια. Έτσι έλεγε η διάγνωση.

Οδηγήθηκε στις συμβουλές ειδικών όταν οι γύρω του, είχαν αρχίσει να εκπλήσσονται με τις πληροφορίες που αγνοούσε.

Αγνοούσε το πως διαδέχονταν οι μέρες η μία την άλλη. 
Αγνοούσε τα ονόματα κεντρικών δρόμων.
Αγνοούσε πως λειτουργούσαν τα τηλέφωνα. 
Αγνοούσε.
Πόσα ήταν τα σύμφωνα και πόσα τα φωνήεντα. Ποια ήταν τα βασικά χρώματα. Πόσες ηπείρους έχει ο πλανήτης, πόσους πλανήτες το πλανητικό μας σύστημα, από που ανατέλει ο ήλιος, ποιές και πόσες είναι οι εποχές, τι συμβαίνει στους ανθρώπους και εξαφανίζονται, πότε ανθίζουν τα λουλούδια και πότε ωριμάζουν οι καρποί, ποιός άνεμος κάνει τις αποστάσεις να φαίνονται θολές, τι ανάγκη έχουμε τα καλαμάκια και τα χαρτονομίσματα, τις κατηγορίες στα πράγματα...

Η συνταγογραφημένη θεραπεία ήταν να γνωρίσει αυτά που αγνοούσε. 

Θέλησε να τα μάθει. Πέρασε μια ολόκληρη ζωή να προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο.

Κι όταν πια τα μάτια του γέμισαν είκονες κατάλαβε πως η αρχική διάγνωση ήταν λάθος.
Τότε που όλοι έλεγαν ότι ήταν άγνους, εκείνος ήταν αθώος. 

Και τώρα χωρίς να το ξέρει ήταν σοφός. 


(Ανάμεσα στην αθωότητα και τη σοφία υπάρχουν περίοδοι εξαιρετικής σύγχυσης που στον πλανήτη Γη τις λέμε ζωή.)

1.6.10

firesigns

Εγώ, 
εγώ που έχω διασχίσει έναν ωκεανό για μιαν αγκαλιά
- και πίστεψέ με δεν είναι από τις φορές που μιλώ μεταφορικά - 
κι εσύ. 

Το εγώ είναι σταθερά εγώ και το εσύ όλο αλλάζει. 
Καμιά φορά λιώνουν και τα δυό όταν είναι μαζί. Κι άντε να βρεις μετά το εγώ και το εσύ.
Καμιά φορά... 

Κι ήταν μια φορά κι ένα ΕΣΥ. 

Όλο κεφαλαίο. 

Σαν επιγραφή σε δρόμο που σου δείχνει που να συνεχίσεις.
Κι αν δεν το ακολουθήσεις χάθηκες. Χάθηκες και το 'χασες μαζί. 

Και μετά τα πόδια πληγιασμένα θέλουν μα δεν αντέχουν να ψάξουν άλλο για εκείνο τον δρόμο εκείνης της επιγραφής.

...

Τη νύχτα εκείνη θ' ανάψω σαν πυροτέχνημα, κι ίσως.

Ίσως.

Καύσιμη
ύλη
η
ψυχή
βάζει
φωτιά
στη
ζωή
.

30.5.10

άλεφ τίτλου

μιλούσαν μια γλώσσα. 

μεταφραστή δεν είχε. 

όνομα η γλώσσα δεν είχε. (δεν ξέρω πόσα φωνήεντα, πόσα σύμφωνα. πόσους δίφθογγους. δεν τα χαρτογράφησε ποτέ κανείς.)

κατάφερναν να συννενοηθούν παντού.

αυτοί που δεν την καταλάβαιναν την χλεύαζαν. 

μα 
αν
κάποτε, 

τύχαινε να μάθουν μερικές λέξεις απ' αυτήν, 

δεν

μπορούσαν να μιλήσουν άλλη γλώσσα.


είναι η επίσημη γλώσσα ενός κράτους που δεν έχει σύνορα. 

αν 
κάποτε
βρείς

κάποιον που να τη μιλά, ζήτα του να στη μάθει. δε θα σου πεί όχι.

29.5.10

the cleaning lady

Ένιωθε ένα μούδιασμα στην αριστερή φτέρνα που και πού.

Τώρα που καλοκαιριάζει είναι καιρός για μπαλκόνια, σκέφτηκε και σταμάτησε να ξαποστάσει. Μα τα μπαλκόνια είναι ωραία με παρέα και ανθισμένα, ξανασκέφτηκε κι ένα από εκείνα τα παράξενα χαμόγελα της Τρίτης έκανε την εμφάνιση του. 
Κι εκείνη είχε φυτέψει κάποτε κάτι φυτά αυτοαναφλεσσόμενα - συνταγή για μοναξιά. 

Καθάριζε πάντα γρήγορα, με μια βιασύνη τέτοια που πρόδινε έναν άνθρωπο που δεν αγαπούσε τις εκκρεμότητες. Τις εκκρεμότητες και τους λεκέδες δεν τους αγάπησε ποτέ.

Είχε μια θλίψη στην άκρη των χειλιών, τις Τρίτες περισσότερο παρά τις Δευτέρες. Την έσφιγγε μαζί με τη σφουγγαρίστρα της στον κουβά στίβοντας τα δόντια της με τέτοιο τρόπο που έμοιαζε σα να χαμογελούσε. Κι εκεί ήταν που μπέρδευαν οι άλλοι τη χαρά με τη λύπη.

Πόσα χρόνια είχαν περάσει ούτε κι εκείνη δε θυμόταν. Η ιστορία του ανθρώπου είναι ένα άτι που καλπάζει, έλεγε. Πήγαινε όσο σε πάει το άτι σου. Έλεγε. Μη σε νοιάζει που. Έλεγε.

Κανείς δεν την είδε να φεύγει, κανείς δεν την είδε να γυρνάει. Κι έτσι ήταν σα να μην είχε συμβεί κιόλας. Η μόνη εικόνα που μπορεί να είχε δει κανείς ήταν εκείνη με τον κουβά της.

Ένιωθε ένα μούδιασμα στην αριστερή φτέρνα που και πού, όπως και τώρα. Όλοι έχουμε τα ευαίσθητα σημεία μας, είπε λίγο χαμηλόφωνα. Έπειτα γύρισε σαν από συνήθεια να ψάξει για κάποιον θεατή. 

Ποτέ δεν είναι αργά, είπε πάλι λίγο χαμηλόφωνα. Χαμογέλασε, χωρίς να στίβει τα δόντια της αυτή τη φορά, μ' ένα από εκείνα τα χαμόγελα των ανθρώπων που ξέρουν πολλά και λένε λίγα. 

Έστιψε τη σφουγγαρίστρα της, σήκωσε τον κουβά της και βγήκε. Κι έτσι όπως έφευγε της φάνηκε πως άκουσε κάποιον να φωνάζει το όνομά της.

Όλοι έχουμε τα ευαίσθητα σημεία μας, σκέφτηκε.

23.5.10

announcements

Ανακοίνωση:

Η ημερομηνία νέας εξέτασης του μαθήματος Υποχρεωτικής Επιλογής : "Ζητήματα Ελευθερίας στις Ανθρώπινες Σχέσεις ΙΙΙ" για όσους το οφείλουν θα ανακοινωθεί εντός των ημερών.

Επίσης έχει ξεκινήσει η διανομή του συγγράματος: "Μέσα από την ελευθερία η συνύπαρξη"

Από τη γραμματεία.

19.5.10

επιστολή προς καθαρογραφή

Αγαπητέ άγνωστε, 
Μακάρι να είχα μια διεύθυνση να σου στείλω μιαν απάντηση.
Ή έστω ένα ταχυδρομικό περιστέρι που να το εκπαιδεύσω να βρίσκει το τζάμι από το οποίο κοιτάς μακριά ως τον ορίζοντα κι ονειρεύεσαι. 

Είναι που όμως σε τούτη την εποχή που δεν ανήκει στις 4 γνωστές κάποια μηνύματα δεν φτάνουν στον παραλήπτη τους. Ίσως γιατί είναι δύσκολο να γνωρίζεις. Αλλά αυτό με τη γνώση συνέβαινε πάντοτε. 

Αγαπητέ άγνωστε θέλω να σου εκμυστηρευτώ ότι είμαι καλά. Ακόμη κι όταν δεν είμαι. Ακόμη κι όταν το φαγητό που τρώω νομίζω πως με δηλητηριάζει. Πως; Θα πρέπει να σου διηγηθώ μια πολύ μεγάλη ιστορία για να σου πω πως. Κι αυτή είναι η δική μου ιστορία. Η ιστορία - εμπειρία μου. Και μόνο από εκεί εγώ σου μιλάω. Όχι από θέση. Κι αν κάποτε το έκανα ήταν γιατί δεν το καταλάβαινα. Και να με συγχωρήσεις για τότε. Σου μιλώ από εξίσωση. Όχι μαθηματική μα μεταφυσική.

Και τώρα φτάνω σ' ένα σημείο όπου συναντάμε τη δυσκολία. Εγώ τουλάχιστον γιατί εσύ δεν με γνωρίζεις. Δυσκολεύομαι γιατί δεν ξέρω πως να σου πω πως η αλλαγή είναι η μόνη σταθερά, και δεν ξέρω πως να καταφέρω να μ' ακούσεις.
Δοκίμασα να μιλήσω σ' ενα μπουκάλι αδειανό κι έπειτα να το σφραγίσω μα τα λόγια πετούν και δεν φυλακίζονται.

Βέβαια ας ξεκαθαρίσουμε κάτι τώρα που είναι σχετικά νωρίς - κι ας ήθελα ν' αποφύγω τα ρολόγια. 

Αν ψάχνεις να βρεις ποιος είσαι και μετά να το φυλάξεις σ' ένα συρτάρι, μαζί μ' εκείνα τα προσχέδια σουρρεαλιστικών δοκιμίων, καλύτερα να σταματήσεις τώρα. Γενικά. Να με διαβάζεις πρώτα κι έπειτα να κάνεις ό,τι είναι αυτό που κάνεις. 

Θα σου πω μια λέξη. Τρία γράμματα. Ροή. Μικρές διορθώσεις στα γράμματα, ίδιος ήχος άλλο σύμβολο κι ένα άλλο σύμφωνο, και γίνεται... Ζωή.  

Αυτή είναι μια μικρή εξίσωση από τα μαθηματικά μου τα πρόχειρα. 

Η ζωή είναι ροή. Κι η ροή ζωή.

Αν ψάχνεις να καθρεφτίσεις το είδωλο σου σ' ένα ποτάμι κι έπειτα να κουβαλάς τη βεβαιότητα της απεικόνισης σου πλανάσαι πλάνην οικτρά. Η μορφή σου κι αν δεν αλλάζει θ' αλλάζεις εσύ. Αυτή είναι η μοναδική σταθερά σου στην φυσική της φύσης. Αλλά εδώ είναι το σημείο όπου μάλλον θα μπούν κάποιου είδους παράσιτα και θα σταματήσεις να μ' ακούς. 

Αγαπημένε μου άγνωστε αν βρω κάποτε τρόπο να σου μιλήσω θα σου πω πως το μυαλό μας δεν μπορεί να καταλάβει ποιοί είμαστε. Κι ότι τη μια μέρα μπορεί να είμαστε έτσι την άλλη αλλιώς. Συγνώμη που δεν τα λέω και πολύ φιλολογικά αλλά να, στη φιλολογία καμιά φορά χάνεται το νόημα.

Δες το σαν ένα επιτραπέζιο. Που πέφτει το ζάρι και προχωράς. Μόνο που είσαι ταυτόχρονα και πιόνι και ορίζεις τους κανόνες. Μην αντιστέκεσαι στο παιχνίδι. Πήγαινε όπου σε πάει. Γιατί η δική μου ιστορία λέει ότι σε πάει εκεί που θες χωρίς να το ξέρεις. Βέβαια θα μου πείς αυτή είναι η δική σου ιστορία και μπλά... μπλά.. μπλά... Εδώ θα πρέπει να σου'χεις εμπιστοσύνη.

Και κάτι ακόμη. Μην ψάχνεις καθρέφτη που να χωράει να σου δείξει ποιός είσαι. Δεν φτάνουν οι καθρέφτες στα βάθη και τα ύψη που φτάνουν οι άνθρωποι. Μπορεί κάποτε αν είσαι τυχερός κι αν σε λένε Αλίκη να σε περάσει απέναντι. 

Μα αυτό το "απέναντι" δεν το κάνουν οι καθρέφτες συνήθως. Το κάνουν οι άνθρωποι. Και σ' αυτό θα πρέπει να μου'χεις εμπιστοσύνη.

υ.γ. μπορείς το "απέναντι" να το αντικαταστήσεις και με τη λέξη εμπειρία.

17.5.10

dear reader

Βρίσκεται καμιά φορά στο μέσο της νύχτας. Όχι πάντα. Δεν άντεχε ποτέ το ξημέρωμα. Αν έμενε ξύπνιος μέχρι να χαράξει ήταν που φοβόταν μη δεν έρθει το μετά. Κι αν κοιμόταν πριν ξημερώσει ήταν που φοβόταν μη δεν κοιμηθεί μετά. Μη δεν ονειρευτεί.

Το πρωί ξύπνησε με ένα αίτημα. Όχι δικό του. Κάποιου άλλου. Σε κάποιον έπρεπε να πει κάτι και δε θυμόταν ούτε τι ούτε και σε ποιόν. Του το είχε ζητήσει να του μιλήσει αυτός ο κάποιος.

Τις τελευταίες μέρες των τελευταίων χρόνων ξυπνούσε σχεδόν ευγνώμων. Δεν είχε σημασία η ηλικία του - το λέω για σένα που μόλις αναρωτήθηκες για τα χρόνια.

Έλεγε πάντα τα πράγματα που ήθελαν ν' ακούσουν οι άλλοι, μόνο που καθώς σταμάτησε ν' ακούει τους άλλους άρχισε να λέει αυτά που ήθελε να πει.

Τα δέντρα τον άκουγαν με υπομονή. Σαν να περίμεναν μαζί με το νερό και τα λόγια.
Απ' τα δέντρα γίνεται το χαρτί κι απ' το νερό τα λόγια. Τα δικά του τουλάχιστον.

Το βάδισμα του ήταν άηχο. Το ράγισμα του αόρατο - τα αγαπούσε τα άλφα τα στερητικά.
Φοβόταν τους καθρέφτες. Ίσως γιατί καμιά φορά, κρυφά, ζήλευε εκείνη την ηρωίδα του Πάβιτς που ήταν ερωτευμένη με τον αναγνώστη της. Εκείνη στο βιβλίο, εκείνος στο χαρτί.

Μπορείς να με διαβάσεις; είναι εκείνη η ερώτηση που τρέφεται στα χείλη του από σάλιο και επιθυμία. Άηχη. Πάντα. Και περιμένει να γεννηθεί. Ν' ακουστεί.

Τις νύχτες - όταν βρίσκεται στο μέσο τους - έρχονται πάντα τα ίδια ερωτήματα να τον παιδέψουν. Χτυπάνε ή χτυπούν το τζάμι - εξαρτάται από ποιά πλευρά τ' ακούς.
"Να τους ανοίξεις. Αν τους ανοίξεις; Θα τους ανοίξεις. Θα τους ανοίξεις; Ν' ανοίξεις;"
μονολογεί.

Κι είχε τώρα κι εκείνο το ξένο αίτημα.

"Μόνο που δεν ξέρω τι να σου πω. Και ποιός είσαι εσύ.
Συγχώρεσε με που δεν είμαι αυτός που ονειρεύτηκες και που δεν ξέρω ποιός είσαι εσύ που ονειρεύτηκα."
μονολογεί. 

Τα βράδια, πριν τον πάρει ο ύπνος συχνά βλέπει ότι είναι ένα χάρτινο πουλί που πετάει προς κάπου που δεν μπορεί να θυμηθεί όταν πια ονειρεύεται. 

"Μια μέρα των ημερών θα καταφέρω να τελειώσω αυτό που άρχισα."
μονολογεί.

Το βράδυ εκείνο είδε ένα χάρτινο πουλί να βουτάει σε μια θάλασσα από λόγια.
Το επόμενο πρωί δεν ξέρω αν ξύπνησε. Ίσως να ξέρεις ή ν' αποφασίσεις εσύ, όπως εκείνος ο αναγνώστης της ηρωίδας του Πάβιτς - που ήταν άλλωστε και η δική του ηρωίδα.

13.5.10

Σπόροι και λιπάσματα

Σήμερα, σαν παλιός κηπουρός που είμαι, φύτεψα μια ευχή. 

Μια ευχή για τούτο τον πονεμένο κόσμο που όσο πονάει τόσο μας πληγώνει. 

Τούτες τις άστατες μέρες βέβαια θα την ποτίσω με δάκρυα. 

Και για λίπασμα θα'χει όχι όπως θα περίμενε κανείς τις λύπες μου μα τα χαμόγελα που μου απομένουν. (Λίπασμα εύκολο κι αρκετό, λίπασμα που η λύπη δεν μπορεί να το ληστέψει μα και κανείς άλλος.)

Το χαμόγελο είναι τροφή για τα φυτά, για τις ευχές, για τα μάτια... Μην το ξεχνάς. 

Σε καλύτερους καιρούς ίσως να μπορούσα να τη φροντίσω περισσότερο μα όταν οι καιροί είναι καλύτεροι δε θυμάμαι να έχω φυτέψει ευχές. 

Ίσως γιατί στους καλύτερους καιρούς θερίζουμε καρπούς.

Κι όταν φυτεύεις ευχές θερίζεις χαρές. 

- Κι οι πίκρες; 
- Χαζέ! Οι πίκρες παρέχουν τα δάκρυα για να ποτίζουμε. 

jardinero & 
gardener

11.5.10

"...Θα καθήσουμε λίγο στο πεζούλι..."

Το ξέρεις ήδη. Σ' ενα επίπεδο το έχεις διαισθανθεί. 

Κάθεσαι σ' ένα πεζούλι κάποιου δρόμου - ας πούμε στην Πανεπιστημίου για χάρη εκείνων που αγαπούν τις συγκεκριμένες αναφορές. Είναι νύχτα, αραιή κίνηση, κιτρίνα φώτα.

Περιμένεις, δεν ξέρεις ακριβώς τι, δεν έχεις τη δύναμη να κουνηθείς - έτσι λες. Κλαίς. Μα δεν μπορείς να καταλάβεις αν τα δάκρυα όντως φαίνονται γιατί δεν τα αισθάνεσαι. Δεν χαρακώνουν τα μάγουλα, δεν υγραίνουν το δέρμα, δεν κάνουν αλμυρή την παρουσία τους στα χείλη.

Λυπάσαι τον εαυτό σου; 

Οι λιγοστοί άνθρωποι που μπορεί να περνούν σε κοιτάζουν αμήχανοι. Αμήχανοι είναι όλοι άλλωστε μπροστά σε αυτόν που αισθάνεται, ή απέναντι σε αυτό που αισθάνονται ή ακόμη και στο ότι αισθάνονται κάποιες φορές.

Δεν ξέρεις πόσος χρόνος έχει περάσει από τότε που έφτασες εκεί. 

Πως βρέθηκες εσύ εκεί, αναρωτιέσαι. Εσύ. Εσύ που ήθελες να διαβείς μεγάλους δρόμους. Σ' ένα τυχαίο πεζούλι σε έναν οποιονδήποτε δρόμο. Με πόδια ανήμπορα να περπατήσουν ή καρδιά ανήμπορη να τα διατάξει. 

Δεν έχει σημασία πως βρέθηκες εκεί. Μπορεί να έκατσες ή μπορεί να έπεσες ή ακόμη να λαβώθηκες θανάσιμα ή πάλι μπορεί να φαντάστηκες ότι βρίσκεσαι εκεί. Θ' αποφασίζεις να σηκωθείς - κατ' εξακολούθηση. Το ξέρεις άλλωστε πως θα το κάνεις. Γενναιότητα; Ξέρεις πως όχι. 
 
Είναι που κάτι σε ωθεί να μη σταματήσεις. 

(Είναι που στη ζωή δεν έχει τελείες - ή μήπως έχει; Κι είναι η αρχή μια συνέχεια; )

Παίρνει μια ανάσα να σηκωθείς από εκεί που κάθεσαι και να συνεχίσεις. Δεν ξέρεις πόσο καιρό θα σου πάρει να σηκωθείς, ν' ανασάνεις, να τινάξεις από πάνω σου τη σκόνη που μάζεψες και να συνεχίσεις. 

Δεν ξέρω όταν θα σηκωθείς αν θα κουτσαίνεις ή θα είσαι πληγιασμένος ή αρτιμελής. Σημασία έχει ότι θα σηκωθείς. Μπορεί ακόμη και να σέρνεσαι στην αρχή. Μα θα προχωρήσεις. 

Και ξέρεις γιατί; Γιατί αυτό που σου συμβαίνει δεν είναι πιο δυνατό από σένα. Κι αυτή είναι πάντα μια σκέψη - μοχλός για να σε σηκώσει.

Κι ίσως τότε όταν σηκωθείς να δείς πως είσαι στο πεζούλι ενός μεγάλου δρόμου - μια ανάσα μακριά από εκεί που ονειρεύτηκες. 
Και ποιός ξέρει που θα σε πάει ο δρόμος αυτός κι αν θα τον διαβαίνει κανείς συνοδοιπόρος...


5.5.10

estar joven

Αυλές όπου ακατανόητα μεγαλώσαμε... (Οδυσσέας Ελύτης)


Πότε μεγαλώσαμε; 
Μεγαλώσαμε; 
Γιατί σταματήσαμε να παίζουμε; 
Τι δηλαδή; Ξυπνάς μια μέρα κι είσαι ενήλικας; 

Δύο φίλοι, μια Κυριακή απόγευμα, ένα σούρουπο κι ένας αέρας βορειοδυτικός - αυτός που κάνει την ατμόσφαιρα διαυγή και τις αποστάσεις να μοιάζουν πιο κοντινές, ένας απλός περίπατος στην παραλία καθώς το φως φεύγει, μια λάμπα για δώρο -τυχαίο;

-Ένα καρουζέλ! 
-Να κάνουμε;
-Έχει κλείσει;

-Οι δυο σας; 
-Ναι!
-Ελάτε 


Άλογα μικρά για τα δυο μεγάλα παιδιά. Μόνοι μας πάνω στο καρουζέλ. Γέλια χωρίς λογική, γέλια άλογα. Φωτογραφίες. Μια μαζί. Κουνημένη. Κι άλλη. Γέλια περισσότερα, γέλια μεγαλύτερα, όχι ενήλικα.

Η βόλτα τελειώνει, οι φίλοι κατεβαίνουν, γελούν ακόμη. 
-Μου χρωστάς ακόμη το τραμπολίνο και την βαρκάδα.
-Όχι σήμερα, άλλη μέρα αυτά.

Ορμόνες χαράς - ενδορφίνες τις λέμε αυτές ναι; 

Και μετά μια παιδική χαρά. 
-Κούνιες;
-Χωράμε;
-Σ' αυτές ναι.
Γέλια. Πολλά.
-Να δείς άμα σπάσουν τι γέλια θα κάνουμε. 
Γέλια. Ξανά.

-Τσουλήθρα;
-Ναι! 

Ξεφωνητά κι έχει πια βραδιάσει.

-Γιατί σταματήσαμε να παίζουμε;
-Ναι ρε, οι κούνιες τα σπάνε. 

Γέλια ξανά, με τα λεγόμενα, με την αργκό. Με τα όσα έγιναν. Σιωπή. Χαμόγελα.

Είμαι λιγάκι λαχανιασμένος, ιδρωμένος κι η σκόνη που σηκώσαμε κολλάει πάνω στο δέρμα μου. Δε με νοιάζει, μόνο που καταλαβαίνω γιατί φωνάζαν' καμιά φορά οι μανάδες που γινόμασταν χάλια με το παιχνίδι. 

Τα χέρια μου μυρίζουν σίδερο και ταξιδεύω σε κλάσματα δευτερολέπτου δεκαετίες πίσω. Ίδια η μυρωδία, αλλιώτικα τα χέρια. Εγώ. Εγώ ταυτόχρονα σε δυο στιγμές μέσα στο χρόνο. Η όσφρηση. Τι υπέροχη αίσθηση, τι δυνατή μνήμη. 

Είναι απλό να ξαναγίνεις παιδί. Να σκονιστείς, να σκοντάψεις, να χτυπήσεις, να γελάσεις, να γελάσεις πολύ, να είσαι χαρούμενος και παρών. Είναι απλό αλλά όχι εύκολο πάντα. 

Και σκέφτομαι ότι όταν επιτρέπεις στον εαυτό σου να γελοιοποιηθεί, να πληγωθεί, να αφεθεί, τότε αισθάνεσαι ζωντανός. Είσαι ζωντανός. Όταν ξεχνάμε αυτά τα επίθετα που γίνονται επιθετικά συχνά και μας προσδιορίζουν.

Κάνε μου μια χάρη και μόνο για σήμερα μη μου μιλήσεις για τις καταθλίψεις, μη μου ζητήσεις εξηγήσεις για τα άγχη. Για όλα αυτά που καταρρέουν. Τώρα έχουμε ενδορφίνες κι όλα αυτά δεν έχουν χώρο. 

Μην ξεχάσεις ότι κάποτε υπήρξαμε παιδιά. Κι ήταν και μια Κυριακή εκείνο το κάποτε όπου δυο φίλοι πήρανε μια χαρά παιδική.

to Ε.Λ.

4.5.10

Μέμνησο λιμένος

Αγαπώ τον Πειραιά. 
Ήθελα να αποφύγω να γίνω συγκεκριμένος μα είναι τόπος υπαρκτός κι όχι μια από αυτές τις πόλεις που θα περιέγραφε ο φίλος μας ο Μ.Π. 

Δεν ξέρω αν τον αγαπώ στη μνήμη ή στην παρουσία. 

Τον γνώρισα παιδί και οι πρώτες εικόνες του έχουν ένα μητρικό χέρι να τις συνοδεύει. Και μετά τα δικά μου βιαστικά μικρά βήματα που προσπαθούν να μεγαλώσουν - όπως όλα τα παιδικά πράγματα - και να προφτάσουν κάτι άλλα βήματα μεγαλύτερα κι εξίσου βιαστικά μα για άλλους λόγους. 
Να σκοντάφτω εύκολα και ν' αποκτώ ένα από τα πολλά παρατσούκλια που θα μου καρφιτσωθούν σαν παράξενα παράσημα και αμφίσημα σε όλη μου τη μετέπειτα ζωή.

Κι έπειτα οι σκονισμένες αναμνήσεις από κάτι γκρίζους δρόμους κι αφρόντιστους. 

Τα υφασματάδικα και τα παράξενα ονόματα που είχαν εκείνα τα τόπια. Κρεπ και ζωρζέτες και τα γνώριμα μακό. Οι πραμάτειες στους δρόμους. Ψώνια οικογενειακά διάφορα κι αδιάφορα. Οι άνθρωποι. Κάποτε τρομακτικοί.

Έπειτα νεότερες εγγραφές. Φίλοι εφηβικοί και βόλτες και πάλι ψώνια νεανικά και διαφορετικά και μια κρυφή χαρά που αυτό το μέρος δεν είναι άγνωστο. 
Κι εσύ (-Εγώ;) που έχεις ένα μέγεθος σωματικό πιο ταιριαστό στον χώρο. Η καρδιά σου; Λύπες ή Χαρές; 
Χαρμολύπη; Όχι ακόμη.

Κι ύστερα οι αναχωρήσεις. Μόνο. Όχι πια βόλτες, όχι ψώνια. Τα λιμάνια. Εκείνα που πας να συναντήσεις κι εκείνο που αφήνεις πίσω. Λίγο καλύτερο με τα χρόνια. Η ίδια η χαρά του να φεύγεις κι η χαρά να βλέπεις από μακριά τα φώτα. "Φαίνεται ο Πειραιάς, φτάνουμε!". Κάποιος πάντα θα το λέει κι αν όχι δυνατά, θα το λέω εγώ από μέσα μου. 
Τα χρόνια που έκανες να ξαναπάς.

Κι ακόμη οι -πρόσφατες- ανακαλύψεις. Οι νεώσοικοι και τα απομεινάρια τους -τα σπίτια των παροπλισμένων πλοίων της αρχαίας Αθήνας κάτω από τα δικά μας σπίτια που στεγάζουν (παροπλισμένες;) ζωές και αφοπλιστικά (λες να'ναι κι εφοπλιστικά;) όνειρα. 

Κι εκείνο το μαγαζί με τα τσάγια. Μια ακόμη αγάπη. Μια ακόμη ανακάλυψη.

Η συνέχεια που έχει αυτό το μέρος. Το πως συνδέεται. Το πως συνδέει.
Ένα λιμάνι που συνδέει με θαλάσσιους δρόμους τις ζωές μας και τις αναμνήσεις μας με άλλους τόπους. Με την ίδια την τοποθεσία του. 
Που συνδεόταν με την αρχαία Αθήνα με εκείνα τα μακρά τείχη. Που είναι εκεί από εκείνο το αρχαίο τότε. 
Που πάντα συνδέει κάτι. Κι είναι πάντα εκεί για να συνδέσει ανθρώπους και τόπους. 
Κι ας μην είναι όμορφος όπως θα'θελαμε.
Οι μυρωδιές ακόμα εκεί. Και καμιά φορά ο ήχος ενός πλοίου. Αυτή η αίσθηση του απλού και του αυθεντικού. Αυτό που κάποτε θα λέγανε λαϊκό - μα ας μου συγχωρέσει η λέξη που δεν θα την χρησιμοποιήσω έχει αλλοιωθεί τόσο.

Αυτός είναι ο δικός μου Πειραιάς. Κι ευτυχώς υπάρχουν ακόμη αφορμές και πρόσωπα να τον ξανασυναντώ, να τον αγαπώ ξανά και να μπορώ τον ξεχνώ και να τον ανακαλύπτω. Ξανά. 

26.4.10

silent is the wind (that carries us)

Η αρχή της εμπειρίας.
Εκείνοι οι κρουστοί ήχοι. Μια έκπληξη. ΓέλιαΣιωπέςΑναστεναγμοί. Ένα μαζί.  Μερικά χιλιόμετρα από βήματα. Ένας παράξενος χορός. Ο ίδιος ή ένα άλλος όχι και τόσο παράξενος χώρος. Μια συνάντηση για να μιλήσεις χωρίς λόγια γι' αυτά που μας ενώνουν. Γι' αυτά που μας λείπουν.

Μερικοί άνθρωποι.

Η χαρά της παρουσίας.

Όμως θέλουμε και το μετά. Το μυαλό σκέφτεται το μετά.
Τι γίνεται μετά την εμπειρία; Κάτι χάνεται στην μετάφραση; Στην μεταγραφή;

Η εμπειρία είναι εγγραφή. Αν δεν έχουμε αδιαφορήσει. Αν είμαστε εκεί. Ολόκληροι.
Κι εμπειρία έχει εγγραφεί. Όντας εκείνη που μας άλλαξε για πάντα. Μ' έναν τρόπο που δεν μπαίνει σε λόγια και φόρμες. Αυτό που ζήσαμε θα μας πάει στο μετά. Όποιο κι αν είναι.


Και Μετά; Και Μετά; (ρωτάει το παιδί που θέλει να μάθει τη συνέχεια)

Μετά... ποιός ξέρει μετά;
Μετά ίσως και να υψώσουμε τα μάτια μας στον ουρανό σαν μια πρόποση στα άρρητα. Σαν ένα ευχαριστώ. Με τη θλίψη ενός χωρισμού που είναι μια στάση στη διαδρομή μέχρι τα χνάρια μας να ξανανταμώσουν σε μια αναγνώριση που έχει αναπόφευκτα μια χροιά "αρχαιοπρεπή".

(μουσική επένδυση: ένας άνεμος σιωπηλός)

Υ.Γ. Ευχαριστώ.

21.4.10

hush

"Στην ευτυχία δεν θέλω να μιλάς, αυτό είπε και μετά παύση. Ανάσα. Κι άλλη. Και οι δύο. Μαζί.

Γιατί μου το λές τώρα; θέλησε να ρωτήσει, μα σαν να ικανοποιούταν από το άκουσμα της ερώτησης στα εσωτερικά ηχεία του εγκεφάλου και σαν να μην χρειαζόταν μετά να το εκφράσει. Σα να μη χρειαζόταν να ακουστεί.

Θέλω να χαμογελάς, συνέχισε, και να πηγαίνουμε βόλτες χαζές στον ήλιο και τη συννεφιά. Αυτά που είπαμε ήδη, τα γέννησε η δυστυχία. Κράτα τα φωνήεντα να πάρω τα σύμφωνα, δεν τα κατάφερες ποτέ με πολλά μαζί. Και πάμε να παίξουμε ένα παιχνίδι. Σαν κι αυτά που ανακατεύουμε να γράμματα και φτιάχνουμε λέξεις. Λέξεις που μπλέκονται. Όλα μπλέκονται. Μπερδεύονται; Οι φωνές κι ο αέρας. Τα σωματίδια. Και τα σώματα; 
Όσμωση. 
Αναγνώριση.
Σύγκρουση. 
Συντριβή; 
Προσγείωση. Προσθαλάσσωση. Προσωρινά. 
Μην ξεφεύγεις. 
Εδώ. Μείνε. Εδώ μείνε. Μην φεύγεις στη φαντασία. 

Μας αρέσουν οι λίστες; Η ταξινόμηση; Η ανάμνηση;

Έχω μια λίστα για την οποία δε σου έχω μιλήσει ποτέ. 

Κι αυτή η λίστα χωρίζει τη ζωή μου στα δύο. Η ζωή που ζω κι η ζωή που μυθοποιώ.

Στην ευτυχία δεν θέλω να μιλάς. Θέλω να χαμογελάς. Είτε τη ζείς, είτε την μυθοποιείς. 

Και τις μέρες ανάμεσα στις Δευτέρες και τις Τρίτες να τις περνάς στον ήλιο. 
Για τη δυστυχία θα σου μιλήσω άλλη φορά. "

hush little baby

19.4.10

.

Καμιά φορά θέλω κάτι να γράψω και ξεχνώ τους κανόνες της γραφής. Του λόγου του γραπτού.

Δεν ξέρω πως αλλά μόνο οι τελείες απομένουν. Σαν αναμνήσεις. 

Κι ίσως είναι γιατί η τελεία είναι πάντα μια ευκαιρία να ξεκινήσεις κάτι καινούργιο. 

Μια αρχή πάντα εφικτή.