4.5.10

Μέμνησο λιμένος

Αγαπώ τον Πειραιά. 
Ήθελα να αποφύγω να γίνω συγκεκριμένος μα είναι τόπος υπαρκτός κι όχι μια από αυτές τις πόλεις που θα περιέγραφε ο φίλος μας ο Μ.Π. 

Δεν ξέρω αν τον αγαπώ στη μνήμη ή στην παρουσία. 

Τον γνώρισα παιδί και οι πρώτες εικόνες του έχουν ένα μητρικό χέρι να τις συνοδεύει. Και μετά τα δικά μου βιαστικά μικρά βήματα που προσπαθούν να μεγαλώσουν - όπως όλα τα παιδικά πράγματα - και να προφτάσουν κάτι άλλα βήματα μεγαλύτερα κι εξίσου βιαστικά μα για άλλους λόγους. 
Να σκοντάφτω εύκολα και ν' αποκτώ ένα από τα πολλά παρατσούκλια που θα μου καρφιτσωθούν σαν παράξενα παράσημα και αμφίσημα σε όλη μου τη μετέπειτα ζωή.

Κι έπειτα οι σκονισμένες αναμνήσεις από κάτι γκρίζους δρόμους κι αφρόντιστους. 

Τα υφασματάδικα και τα παράξενα ονόματα που είχαν εκείνα τα τόπια. Κρεπ και ζωρζέτες και τα γνώριμα μακό. Οι πραμάτειες στους δρόμους. Ψώνια οικογενειακά διάφορα κι αδιάφορα. Οι άνθρωποι. Κάποτε τρομακτικοί.

Έπειτα νεότερες εγγραφές. Φίλοι εφηβικοί και βόλτες και πάλι ψώνια νεανικά και διαφορετικά και μια κρυφή χαρά που αυτό το μέρος δεν είναι άγνωστο. 
Κι εσύ (-Εγώ;) που έχεις ένα μέγεθος σωματικό πιο ταιριαστό στον χώρο. Η καρδιά σου; Λύπες ή Χαρές; 
Χαρμολύπη; Όχι ακόμη.

Κι ύστερα οι αναχωρήσεις. Μόνο. Όχι πια βόλτες, όχι ψώνια. Τα λιμάνια. Εκείνα που πας να συναντήσεις κι εκείνο που αφήνεις πίσω. Λίγο καλύτερο με τα χρόνια. Η ίδια η χαρά του να φεύγεις κι η χαρά να βλέπεις από μακριά τα φώτα. "Φαίνεται ο Πειραιάς, φτάνουμε!". Κάποιος πάντα θα το λέει κι αν όχι δυνατά, θα το λέω εγώ από μέσα μου. 
Τα χρόνια που έκανες να ξαναπάς.

Κι ακόμη οι -πρόσφατες- ανακαλύψεις. Οι νεώσοικοι και τα απομεινάρια τους -τα σπίτια των παροπλισμένων πλοίων της αρχαίας Αθήνας κάτω από τα δικά μας σπίτια που στεγάζουν (παροπλισμένες;) ζωές και αφοπλιστικά (λες να'ναι κι εφοπλιστικά;) όνειρα. 

Κι εκείνο το μαγαζί με τα τσάγια. Μια ακόμη αγάπη. Μια ακόμη ανακάλυψη.

Η συνέχεια που έχει αυτό το μέρος. Το πως συνδέεται. Το πως συνδέει.
Ένα λιμάνι που συνδέει με θαλάσσιους δρόμους τις ζωές μας και τις αναμνήσεις μας με άλλους τόπους. Με την ίδια την τοποθεσία του. 
Που συνδεόταν με την αρχαία Αθήνα με εκείνα τα μακρά τείχη. Που είναι εκεί από εκείνο το αρχαίο τότε. 
Που πάντα συνδέει κάτι. Κι είναι πάντα εκεί για να συνδέσει ανθρώπους και τόπους. 
Κι ας μην είναι όμορφος όπως θα'θελαμε.
Οι μυρωδιές ακόμα εκεί. Και καμιά φορά ο ήχος ενός πλοίου. Αυτή η αίσθηση του απλού και του αυθεντικού. Αυτό που κάποτε θα λέγανε λαϊκό - μα ας μου συγχωρέσει η λέξη που δεν θα την χρησιμοποιήσω έχει αλλοιωθεί τόσο.

Αυτός είναι ο δικός μου Πειραιάς. Κι ευτυχώς υπάρχουν ακόμη αφορμές και πρόσωπα να τον ξανασυναντώ, να τον αγαπώ ξανά και να μπορώ τον ξεχνώ και να τον ανακαλύπτω. Ξανά. 

1 σχόλιο: